maneggiàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [manedˈʤare]
1 συμπεριφέρομαι
2 διαχειρίζομαι επιδέξια
3 κατευθύνω με τα χέρια
4 πιάνω
5 χειρίζομαι επιδέξια
6 διευθύνω
7 κουμαντάρω
8 διαπλάθω
9 χρησιμοποιώ
10 μεταχειρίζομαι
11 χειρίζομαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [manedˈʤare]
1 συμπεριφέρομαι
2 διαχειρίζομαι επιδέξια
3 κατευθύνω με τα χέρια
4 πιάνω
5 χειρίζομαι επιδέξια
6 διευθύνω
7 κουμαντάρω
8 διαπλάθω
9 χρησιμοποιώ
10 μεταχειρίζομαι
11 χειρίζομαι
permalink
maneggiare (ρ. μτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android