ItalianoGreco


materializzàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [materjalidˈdzare]

1 αντικειμενοποιώ
2 υλοποιώ
3 πραγματοποιώ

materializzarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [materjalidˈdzare]

1 εμφανίζομαι ξαφνικά
2 έρχομαι στην ύπαρξη
3 πραγματοποιούμαι
4 υλοποιούμαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---