ItalianoGreco


occultàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [okkulˈtare]

1 σκεπάζω
2 κρατώ μυστικό
3 χώνω
4 συγκαλύπτω
5 υποκρύπτω
6 αποκρύπτω
7 κρύβω
8 καταχωνιάζω
9 αποκρύβω

occultarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [okkulˈtarsi]

κρύβομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---