ItalianoGreco


ovattàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ovatˈtare]

1 τυλίγω για να πνίξω ήχο
2 αδυνατίζω την δύναμη
3 κατεβάζω τους τόνους
4 φοδράρω με βάτα
5 παραγεμίζω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---