pezzènte
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [petˈtsɛnte]
1 αλήτης
2 τσιγκούνης
3 ζητιάνος
4 κουρελιάρης
5 ρακένδυτος άνθρωπος
6 δραχμοφονιάς
7 εξηνταβελόνης
8 σπαγκοραμμένος
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [petˈtsɛnte]
1 αλήτης
2 τσιγκούνης
3 ζητιάνος
4 κουρελιάρης
5 ρακένδυτος άνθρωπος
6 δραχμοφονιάς
7 εξηνταβελόνης
8 σπαγκοραμμένος
permalink
pezzente (ουσ αρσ και θηλ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android