ItalianoGreco


puntìno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [punˈtino]

η τελίτσα


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


a puntino = τέλεια μαγειρεμένος



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---