ItalianoGreco


reattóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [reatˈtore]

1 αντιδραστήρας
2 επαγωγικό ή χωρητικό φορτίο
3 αεροσκάφος τζετ
4 δεξαμενή χημικού αντιδραστηρίου


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z