ItalianoGreco


regolatézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [regolaˈtettsa]

1 τακτική
2 κανονικότητα
3 μεθοδικότητα
4 μετριοπάθεια
5 ευταξία
6 μετριασμός
7 τακτικότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---