ItalianoGreco


sanabilità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [sanabiliˈta]

1 ιασιμότητα
2 δυνατότητα θεραπείας
3 δυνατότητα ανάκτησης
4 δυνατότητα επανόρθωσης


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---