schiettézza
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [skjetˈtettsa]
1 ευθύτητα
2 ντομπροσύνη
3 ειλικρίνεια
4 ανυποκρισία
5 εγκαρδιότητα
6 φυσικότητα
7 απλότητα
8 φιλαλήθεια
9 ανυποκρισία
10 αγνότητα
11 εντιμότητα
12 γνησιότητα
13 αγαθότητα
14 παρρησία
15 απροκαταληψία
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [skjetˈtettsa]
1 ευθύτητα
2 ντομπροσύνη
3 ειλικρίνεια
4 ανυποκρισία
5 εγκαρδιότητα
6 φυσικότητα
7 απλότητα
8 φιλαλήθεια
9 ανυποκρισία
10 αγνότητα
11 εντιμότητα
12 γνησιότητα
13 αγαθότητα
14 παρρησία
15 απροκαταληψία
permalink
schiettezza (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android