Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsegnatèmpo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,seɲɲaˈtɛmpo] 1 διάταξη χρονομέτρησης εργασιών 2 χρονομετρητής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |