Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόséte
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈsete] η δίψα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαavere sete = διψάω Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |