Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sibbène  
σύνδεσμος

Προσφορά I.P.A.: [sibˈbɛne]

1 καίτοι
2 ακόμη και αν
3 αν και


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sibaritico siberia  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

siamango (ουσ αρσ )
siamese (ουσ αρσ και θηλ.)
siamese (επίθ.)
sibarita (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
sibaritico (επίθ.)
sibbene (σύνδ.)
siberia (θηλ.ουσ)
siberiano (ουσ αρσ )
siberiano (επίθ.)
sibilante (θηλ.ουσ)
sibilante (επίθ.)
sibilare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
sibilla (θηλ.ουσ)
sibillino (επίθ.)
sibilo (ουσ αρσ )
sic (επίρ.)
sica (θηλ.ουσ)
sicario (ουσ αρσ )
siccativo (αρσ. επίθ και ουσ)
sicché (σύνδ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---