Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsilicizzàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [siliʧidˈdzare] 1 επιδρώ με πυριτικό οξύ 2 επικαλύπτω με διοξείδιο πυριτίου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |