Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sobriaménte  
επίρρημα

Προσφορά I.P.A.: [sobrjaˈmente]

1 ρεαλιστικά
2 σοβαρά
3 συγκρατημένα
4 ορθολογικά
5 νηφάλια
6 με εγκράτεια
7 λογικά


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sobillazione sobrietà  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

sobborgo (ουσ αρσ )
sobillamento (ουσ αρσ )
sobillare (ρ. μτβ.)
sobillatore (αρσ. επίθ και ουσ)
sobillazione (θηλ.ουσ)
sobriamente (επίρ.)
sobrietà (θηλ.ουσ)
sobrio (επίθ.)
socchiudere (ρ. μτβ.)
socchiuso (επίθ.)
soccida (θηλ.ουσ)
soccidante (ουσ αρσ και θηλ.)
soccidario (ουσ αρσ )
socco (ουσ αρσ )
soccombente (ουσ αρσ )
soccombente (επίθ.)
soccombenza (θηλ.ουσ)
soccombere (ρ.αμτβ.)
soccorrere (ρ.αμτβ.)
soccorrere (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---