spaccóne
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [spakˈkone]
1 μεγάλαυχος
2 κομπορρήμων
3 παλικαράς
4 φανφαρόνος
5 τσαμπουκάς
6 νταής
7 καυχησιάρης
8 αλαζονικός καυχησιάρης
9 κομπαστής
10 καυχηματίας
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [spakˈkone]
1 μεγάλαυχος
2 κομπορρήμων
3 παλικαράς
4 φανφαρόνος
5 τσαμπουκάς
6 νταής
7 καυχησιάρης
8 αλαζονικός καυχησιάρης
9 κομπαστής
10 καυχηματίας
permalink
spaccone (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android