spericolàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [sperikoˈlarsi]
1 κινδυνεύω
2 διακυβεύω
3 διακινδυνεύω
4 τολμώ
5 ρισκάρω
6 παρακινδυνεύω
7 βάζω το κεφάλι μου στο ντορβά
8 πελαγοδρομώ
9 πελαγώνω
10 τα χάνω
11 αποτολμώ
12 ριψοκινδυνεύω
13 βρίσκομαι σε σύγχυση
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [sperikoˈlarsi]
1 κινδυνεύω
2 διακυβεύω
3 διακινδυνεύω
4 τολμώ
5 ρισκάρω
6 παρακινδυνεύω
7 βάζω το κεφάλι μου στο ντορβά
8 πελαγοδρομώ
9 πελαγώνω
10 τα χάνω
11 αποτολμώ
12 ριψοκινδυνεύω
13 βρίσκομαι σε σύγχυση
permalink
spericolarsi (ρ. μ. αμτβ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android