ItalianoGreco


sventràre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [zvenˈtrare]

1 ξετινάζω (με επιχειρήματα ή χτυπήματα)
2 καθαρίζω
3 ξεκαθαρίζω
4 καταστρέφω
5 ξεκοιλιάζω
6 ξεντερίζω
7 καταστρέφω το εσωτερικό


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---