Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


zoticóne  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [dzotiˈkone]

1 μπαστουνόβλαχος
2 μπουρτζόβλαχος
3 βλάχος
4 βλαχοδήμαρχος
5 άνθρωπος χωρίς τρόπους
6 αγριάνθρωπος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  zotico zucca  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

Zoroastro (κύρ.όν. αρσ.)
zoticaggine (θηλ.ουσ)
zotichezza (θηλ.ουσ)
zotico (ουσ αρσ )
zotico (επίθ.)
zoticone (ουσ αρσ )
zucca (θηλ.ουσ)
zuccaia (θηλ.ουσ)
zuccata (θηλ.ουσ)
zuccherare (ρ. μτβ.)
zuccherato (επίθ.)
zuccheriera (θηλ.ουσ)
zuccheriere (ουσ αρσ )
zuccheriero (επίθ.)
zuccherificio (ουσ αρσ )
zuccherino (ουσ αρσ )
zuccherino (επίθ.)
zucchero (ουσ αρσ )
zuccheroso (επίθ.)
zucchetta (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---