Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

quégli (δεικτ. αντων.) questuàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
quéi (δεικτ. αντων.) questùra (θηλ.ουσ)
quéllo (δεικτ. επίθ.) questurìno (ουσ αρσ )
quercéta (θηλ.ουσ) qui (επίρ.)
quercéto (ουσ αρσ ) quiddità (θηλ.ουσ)
quèrcia (θηλ.ουσ) quidditatìvo (επίθ.)
quercìno (επίθ.) quiescènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
querciòla (θηλ.ουσ) quiescènza (θηλ.ουσ)
querèla (θηλ.ουσ) quietaménte (επίρ.)
querelànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) quietànza (θηλ.ουσ)
querelàre (ρ. μτβ.) quietanzàre (ρ. μτβ.)
querelàrsi (ρ. μ. αμτβ.) quietàre (ρ. μτβ.)
querelàto (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) quiète (θηλ.ουσ)
querimònia (θηλ.ουσ) quietìsmo (ουσ αρσ )
quèrulo (επίθ.) quietìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
quesìto (ουσ αρσ ) quietìstico (επίθ.)
quésti (επίθ.) quièto (επίθ.)
questionàre (ρ.αμτβ.) quinàrio (ουσ αρσ )
questionàrio (ουσ αρσ ) quinàrio (επίθ.)
questióne (θηλ.ουσ) quìnci (επίρ.)
quésto (δεικτ. επίθ.) quincóncia (θηλ.ουσ)
questóre (ουσ αρσ ) quindecemviràto (ουσ αρσ )
quèstua (θηλ.ουσ) quìndi (επίρ.)
questuànte (ουσ αρσ και θηλ.) quindicennàle (ουσ αρσ )
questuànte (επίθ.) quindicennàle (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: