ItalianoGreco


adémpiere  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [aˈdempjere]

1 επιτυγχάνω
2 επιτελώ
3 συνεχίζω μέχρι το τέλος
4 ικανοποιώ
5 πληρώ
6 φέρνω σε πέρας
7 εκτελώ
8 αποτελειώνω
9 εκπληρώνω
10 περατώνω

adémpiersi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [aˈdempjersi]

επαληθεύομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---