ItalianoGreco


amorévole  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [amoˈrevole]

1 τρυφερός
2 της αγάπης
3 στοργικός
4 του έρωτα
5 ερωτικός
6 αγαπητός
7 φιλόστοργος
8 αφοσιωμένος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---