Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


civettuòlo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ʧivettuˈɔlo]

1 σικάτος
2 ντελικάτος
3 στιλάτος
4 σκερτσόζος
5 καλοντυμένος
6 γαρμπάτος
7 κομψός
8 ζαρίφης
9 γαρμπόζος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  civettone civico  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ciurmeria (θηλ.ουσ)
civetta (θηλ.ουσ)
civettare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
civetteria (θηλ.ουσ)
civettone (ουσ αρσ )
civettuolo (επίθ.)
civico (αρσ. επίθ και ουσ)
civile (ουσ αρσ )
civile (επίθ.)
civilista (ουσ αρσ και θηλ.)
civilistico (επίθ.)
civilizzare (ρ. μτβ.)
civilizzarsi (ρ. μ. αμτβ.)
civilizzatore (αρσ. επίθ και ουσ)
civilizzazione (θηλ.ουσ)
civilmente (επίρ.)
civiltà (θηλ.ουσ)
civismo (ουσ αρσ )
clacchista (ουσ αρσ και θηλ.)
clacson (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---