ItalianoGreco


comunicàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [komuniˈkare]

1 συνδέομαι
2 μοιράζομαι

comunicàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [komuniˈkare]

κοινοποιώ, γνωστοποιώ

comunicàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [komuniˈkarsi]

1 λαμβάνω τη Θεία Κοινωνία
2 επικοινωνώ με άλλους
3 μεταδίδομαι
4 διαβιβάζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---