finimóndo
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [finiˈmondo]
1 πανζουρλισμός
2 οχλαγωγία
3 χαμός
4 σαματάς μεγάλος
5 τρελοκομείο
6 συντέλεια του κόσμου
7 βαβυλωνία
8 πανδαιμόνιο
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [finiˈmondo]
1 πανζουρλισμός
2 οχλαγωγία
3 χαμός
4 σαματάς μεγάλος
5 τρελοκομείο
6 συντέλεια του κόσμου
7 βαβυλωνία
8 πανδαιμόνιο
permalink
finimondo (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android