impegnàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [impeɲˈɲare]
1 αρχίζω
2 απορροφώ
3 συμπλέκομαι (σε μάχη κλπ)
4 κλείνω (δωμάτιο-θέση κλπ)
5 δεσμεύω
6 υποχρεώνω
7 προσλαμβάνω
8 βάζω ενέχυρο
9 υποθηκεύω
10 ενεχυριάζω
11 καπαρώνω
12 δεσμεύω
13 δίνω εργασία
14 απασχολώ
15 εκμισθώνω
16 προκρατώ θέση
impegnàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [impeɲˈɲarsi]
1 υποχρεώνομαι, αναλαμβάνω την υποχρέωση
2 (in una materia, per una causa) αφιερώνομαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [impeɲˈɲare]
1 αρχίζω
2 απορροφώ
3 συμπλέκομαι (σε μάχη κλπ)
4 κλείνω (δωμάτιο-θέση κλπ)
5 δεσμεύω
6 υποχρεώνω
7 προσλαμβάνω
8 βάζω ενέχυρο
9 υποθηκεύω
10 ενεχυριάζω
11 καπαρώνω
12 δεσμεύω
13 δίνω εργασία
14 απασχολώ
15 εκμισθώνω
16 προκρατώ θέση
impegnàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [impeɲˈɲarsi]
1 υποχρεώνομαι, αναλαμβάνω την υποχρέωση
2 (in una materia, per una causa) αφιερώνομαι
permalink
impegnare (ρ. μτβ.)
impegnarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android