ItalianoGreco


impertinènza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [impertiˈnɛntsa]

1 αθυροστομία
2 ξετσιπωσιά
3 γαὶδουριά
4 τσαχπινιά
5 τουπέ
6 τσιλιμπούρδημα
7 ξετσίπωτη παρατήρηση
8 θράσος
9 αυθάδεια
10 αναίδεια
11 ξεδιαντροπιά
12 αναισχυντία
13 αδιαντροπιά
14 προπέτεια


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z