infàmia
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [inˈfamja]
1 ψευτοδουλειά
2 άτιμη πράξη
3 ντρόπιασμα
4 όνειδος
5 καταισχύνη
6 ντροπή
7 άγαρμπη εκτέλεση
8 ατίμωση
9 δημόσιος εξευτελισμός
10 τσαπατσουλιά
11 ατιμία
12 αχρειότητα
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [inˈfamja]
1 ψευτοδουλειά
2 άτιμη πράξη
3 ντρόπιασμα
4 όνειδος
5 καταισχύνη
6 ντροπή
7 άγαρμπη εκτέλεση
8 ατίμωση
9 δημόσιος εξευτελισμός
10 τσαπατσουλιά
11 ατιμία
12 αχρειότητα
permalink
infamia (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android