ItalianoGreco


infangàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [infanˈgare]

1 καταλασπώνω
2 λασπολογώ εναντίον κάποιου
3 ντροπιάζω
4 βρομίζω
5 λασπώνω

infangarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [infanˈgarsi]

1 ντροπιάζομαι
2 λασπώνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z