ItalianoGreco


matrìcola  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [maˈtrikola]

1 βιβλίο όπου αναγράφονται ονόματα και λοιπά στοιχεία
2 μητρώο
3 πρωτοετής φοιτητής
4 επίσημος κατάλογος
5 αριθμός μητρώου


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---