ItalianoGreco


osservatóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [osservaˈtore]

1 φύλακας
2 εντοπιστής εχθρικών στόχων
3 πολίτης αεράμυνας
4 παρατηρητής
5 σχολιαστής
6 τηρητής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---