ItalianoGreco


ponderazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ponderatˈtsjone]

1 διαλογή
2 στοχασμός
3 αναλογισμός
4 σκέψη
5 διανόημα
6 σειρά λογικών σκέψεων
7 στόχαση
8 διαλογισμός
9 περισυλλογή
10 προβληματισμός
11 συλλογισμός
12 στοχασιά
13 προσεκτική θεώρηση
14 σοβαρή μελέτη


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---