Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscrìmolo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈskrimolo] 1 παρυφή 2 προεξοχή 3 χείλος 4 άκρο 5 άκρη 6 κράσπεδο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |