Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscrìtto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈskritto] 1 γράψιμο 2 γραπτό 3 σημείωμα 4 γράμμα 5 γραφή scrìtto επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈskritto] γραπτός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |