Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscucìto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [skuˈʧito] 1 ξεκάρφωτος 2 ανακόλουθος 3 ασυνεχής 4 ξηλωμένος 5 ασύνδετος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |