Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsdraiàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [zdraˈjare] 1 χτυπώ στο έδαφος 2 ξαπλώνω κάποιον κάτω 3 αποθέτω 4 εναποθέτω sdraiarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [zdraˈjarsi] πλαγιάζω, ξαπλώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |