Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsdrucitùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [zdruʧiˈtura] 1 ξέσκισμα 2 κομμάτιασμα 3 κουρέλιασμα 4 ρήγμα 5 σχίσιμο 6 σκίσιμο 7 κόψιμο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |