Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


serbàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [serˈbare]

1 συγκρατώ
2 βαστώ
3 κρατώ αποθέματα
4 συντηρώ
5 τρέφω αισθήματα (καλά)
6 παραμένω
7 φυλάσσω
8 περιθάλπω
9 αποταμιεύω
10 οικονομώ
11 κρατώ στην άκρη
12 βάζω στην άκρη
13 κρατώ
14 διατηρώ εφεδρείες
15 εξοικονομώ
16 διατηρώ

serbarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [serˈbarsi]

1 παραμένω
2 διατηρούμαι
3 είμαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  seratante serbatoio  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

serafino (ουσ αρσ )
serale (επίθ.)
seralmente (επίρ.)
serata (θηλ.ουσ)
seratante (ουσ αρσ και θηλ.)
serbare (ρ. μτβ.)
serbarsi (ρ.μ. (αντων.))
serbatoio (ουσ αρσ )
serbo (ουσ αρσ )
serbo (επίθ.)
serenamente (επίρ.)
serenata (θηλ.ουσ)
serendipità (θηλ.ουσ)
serenella (θηλ.ουσ)
serenissimo (επίθ.)
serenità (θηλ.ουσ)
sereno (ουσ αρσ )
sereno (επίθ.)
sergente (ουσ αρσ )
seriale (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---