ItalianoGreco


sminuzzolàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [zminuttsoˈlare]

1 κερματίζω
2 διαμελίζω
3 κατακόβω
4 λιανίζω
5 θρυμματίζω
6 θρυψαλιάζω
7 κομματιάζω
8 θρύπτω

sminuzzolarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [zminuttsoˈlarsi]

1 θρύβομαι
2 κομματιάζομαι
3 θρυψαλιάζομαι
4 θρυμματίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z