Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsminuzzaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [zminuttsaˈmento] 1 συντριβή 2 λιάνισμα 3 τσάκισμα 4 θρυψάλιασμα 5 θρυμμάτισμα 6 κατακομμάτιασμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |