Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsocializzàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [soʧalidˈdzare] 1 προσαρμόζω σε κοινωνικές ανάγκες 2 σχηματίζω σε κοινωνική βάση 3 έχω κοινωνική δράση 4 κοινωνικοποιώ 5 εξανθρωπίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |