ItalianoGreco


socialistòide  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [soʧalisˈtɔjde]

συμπαθών τους σοσιαλιστές

socialistòide  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [soʧalisˈtɔjde]

ο με σοσιαλιστικές τάσεις


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z