spòcchia
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈspɔkkja]
1 έπαρση
2 οίηση
3 κομπορρημοσύνη
4 κομπασμός
5 μεγαλαυχία
6 ξιπασιά
7 υπεροψία
8 αλαζονεία
9 υψηλοφροσύνη
10 ακαταδεξία
11 μπεηλίκι
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈspɔkkja]
1 έπαρση
2 οίηση
3 κομπορρημοσύνη
4 κομπασμός
5 μεγαλαυχία
6 ξιπασιά
7 υπεροψία
8 αλαζονεία
9 υψηλοφροσύνη
10 ακαταδεξία
11 μπεηλίκι
permalink
spocchia (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android