ItalianoGreco


spòcchia  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈspɔkkja]

1 έπαρση
2 οίηση
3 κομπορρημοσύνη
4 κομπασμός
5 μεγαλαυχία
6 ξιπασιά
7 υπεροψία
8 αλαζονεία
9 υψηλοφροσύνη
10 ακαταδεξία
11 μπεηλίκι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---