ItalianoGreco


spodestaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [spodestaˈmento]

1 αποπομπή
2 εκδίωξη
3 εκπαραθύρωση
4 αποσκορακισμός
5 χάσιμο δύναμης ή ισχύος
6 απώλεια της εξουσίας
7 έξωση
8 εκθρόνιση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---