ItalianoGreco


spocchiòne  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [spokˈkjɔne]

1 μεγαλορρήμων άνθρωπος
2 κομπορρήμων άνθρωπος
3 παινεσιάρης
4 περήφανος αλαζονικός και θορυβώδης άνθρωπος
5 κομπαστής άνθρωπος
6 αλαζόνας άνθρωπος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---