Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

civettuòlo (επίθ.) claque (θηλ.ουσ)
cìvico (αρσ. επίθ και ουσ) clarinettìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
civìle (ουσ αρσ ) clarinétto (ουσ αρσ )
civìle (επίθ.) clarinìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
civilìsta (ουσ αρσ και θηλ.) clarìno (ουσ αρσ )
civilìstico (επίθ.) classàre (ρ. μτβ.)
civilizzàre (ρ. μτβ.) classazióne (θηλ.ουσ)
civilizzàrsi (ρ. μ. αμτβ.) clàsse (θηλ.ουσ)
civilizzatóre (αρσ. επίθ και ουσ) classicheggiàre (ρ.αμτβ.)
civilizzazióne (θηλ.ουσ) classicìsmo (ουσ αρσ )
civilménte (επίρ.) classicìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
civiltà (θηλ.ουσ) classicìstico (επίθ.)
civìsmo (ουσ αρσ ) classicità (θηλ.ουσ)
clacchìsta (ουσ αρσ και θηλ.) classicizzàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
clàcson (ουσ αρσ ) clàssico (αρσ. επίθ και ουσ)
cladofìllo (ουσ αρσ ) classìfica (θηλ.ουσ)
clamidàto (επίθ.) classificàbile (επίθ.)
clàmide (θηλ. επίθ και ουσ) classificàre (ρ. μτβ.)
clamóre (ουσ αρσ ) classificàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
clamoróso (επίθ.) classificatóre (ουσ αρσ )
clan (ουσ αρσ ) classificazióne (θηλ.ουσ)
clandestinità (θηλ.ουσ) classìsmo (ουσ αρσ )
clandestìno (ουσ αρσ ) classìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
clandestìno (επίθ.) classìsta (επίθ.)
clangóre (ουσ αρσ ) classìstico (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: