Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcicatrizzàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ʧikatridˈdzarsi] 1 αφήνω ουλή 2 επουλώνομαι 3 θρέφω (για τραύμα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |