Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


clemènte  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [kleˈmɛnte]

1 πράος
2 ίλεως
3 επιεικής
4 εύκρατος
5 ήπιος
6 φιλεύσπλαχνος
7 ελεήμων
8 ελεητικός
9 ευσπλαχνικός
10 σπλαχνικός
11 οικτίρμων


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  clematide clemenza  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

clavicordo (ουσ αρσ )
claxon (ουσ αρσ )
cleistogamia (θηλ.ουσ)
cleistogamo (επίθ.)
clematide (θηλ.ουσ)
clemente (επίθ.)
clemenza (θηλ.ουσ)
cleptomane (ουσ αρσ και θηλ.)
cleptomane (επίθ.)
cleptomania (θηλ.ουσ)
clericale (ουσ αρσ και θηλ.)
clericale (επίθ.)
clericaleggiare (ρ.αμτβ.)
clericalismo (ουσ αρσ )
clero (ουσ αρσ )
clessidra (θηλ.ουσ)
clic (ονοματ.)
cliccare (ρ.αμτβ.)
cliché (ουσ αρσ )
cliente (ουσ αρσ και θηλ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---