ItalianoGreco


laburìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [labuˈrista]

οπαδός εργατικού κόμματος

laburìsta  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [labuˈrista]

αναφερόμενος σε οπαδό του εργατικού κόμματος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---