ossatùra
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ossaˈtura]
1 κουφάρι
2 γιαπί
3 περίγραμμα
4 σκαρί
5 πλαίσιο
6 δομή
7 σκέλεθρο
8 σκελετός
9 πλαίσιο από οστά
10 σκελετός οικοδομικός
11 οστά
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ossaˈtura]
1 κουφάρι
2 γιαπί
3 περίγραμμα
4 σκαρί
5 πλαίσιο
6 δομή
7 σκέλεθρο
8 σκελετός
9 πλαίσιο από οστά
10 σκελετός οικοδομικός
11 οστά
permalink
ossatura (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android